Σαν σήμερα πριν από 4 χρόνια η φωνή σίγασε, τα μάτια σφάλισαν και μαζί τους έκλεισε ο επίγειος κύκλος του πατρός Νεκταρίου Μαρμαρινού. Ενενήντα οκτώ χρόνια ζωής, κοντά ένας αιώνας.
Όλη η Κορινθία, η Κόρινθος, ο Συνοικισμός σημαδεύτηκαν από τη βιοτή αυτού του ανθρώπου. Στήριξε και καθοδήγησε την πρώτη γενιά των προσφύγων. Οργάνωσε, κατήχησε και διακόνησε κλήρο και λαό από το 1936 που ήρθε από την Αίγινα μέχρι και την 21η Ιουλίου του 2019. Άνθρωπος σπάνιος, μπορούσε πολύ εύκολα να συναναστραφεί ένα μικρό παιδί κι έναν ηλικιωμένο γέροντα, άντρα ή γυναίκα. Πράος, μειλίχιος, ψύχραιμος, προπάντων διακριτικός. Μιλούσε σε όλους με σεβασμό, όχι υποκριτικό αλλά πραγματικό. «Γιατρέ, να έρθετε να μας κάνετε μάθημα» απευθυνόταν με καμάρι και με σεβασμό σε πνευματικό του παιδί που μόλις είχε μπει στην ιατρική σχολή. Έσκυβε και φιλούσε πρώτος το χέρι νεότερων κληρικών αλλά και λαϊκών γερόντων, αντρών και γυναικών. Έδινε αξία στον κάθε άνθρωπο αδιαφορώντας για τα λάθη, τις αδυναμίες, τα πάθη και τις παραξενιές του. Δεν δεχόταν εύκολα κατηγορίες για τρίτους και συνήθιζε να απαντάει ευαγγελικά: «Οι δυνατοί να βαστάνε τις αδυναμίες των αδυνάτων» και «Ο δοκών εστάναι, βλεπέτω μη πέση».
Άλλος άνθρωπος, βγαλμένος από τα γεροντικά, ευσυνείδητος μέχρι εκεί που δεν χωράει το ανθρώπινο μυαλό. Χειμώνα, καλοκαίρι την ίδια ώρα στο καθήκον του, στο κατηχητικό σχολείο, στο κήρυγμα. Περίμενε τα παιδιά και τους μεγάλους. Ποτέ δεν τον περίμεναν. Δεν θυσίασε ποτέ το ιερό του καθήκον στο βωμό των κοινωνικών εκδηλώσεων. Ήταν εκεί όταν το ακροατήριό του ξεπερνούσε τους εκατό και τους διακόσιους, ήταν εκεί όμως και όταν το ακροατήριο του ήταν μόλις δυο ή τρεις ψυχές. Η προετοιμασία για τα κηρύγματα τού απορροφούσε ατελείωτες ώρες. Διάβαζε αμέτρητα βιβλία, τα υπογράμμιζε και μετέφερε το σκελετό των μαθημάτων του σε χαρτιά, ακόμη και σε χαρτοπετσέτες. Ασταμάτητα για χρόνια, για δεκαετίες δεν άφησε χωριό για χωριό. Έσπειρε τον ευαγγελικό λόγο πλουσιοπάροχα και δεν είναι τυχαίο που πολλοί ιερείς, ψάλτες, επίτροποι ομολογούν πως άναψε η φλόγα της πίστεως μέσα τους εξαιτίας αυτού του ακάματου εργάτη.
Σε όποιο χωριό και σε όποιο σημείο της Κορίνθου και αν βρέθηκε, τον πλησίαζαν άνθρωποι, έστω και για ένα λεπτό, για να του πουν τον πόνο τους, κάτι που τους βασάνιζε. Κι ο γέροντας για όλους είχε χρόνο. Αλλά κι ένα λόγο που διαπερνούσε την καρδιά. Κι έκανε τους ανθρώπους να φεύγουν ή καλύτερα να πετάνε παίρνοντας αυτό που τους έλειπε. Όσο για το σφίξιμο του χεριού; Αυτό ήταν ένα άλλο μυστήριο. Όποιος έπαιρνε την ευχή του συνήθως ήθελε και κάτι να του πει. Το σφίξιμο του χεριού ήταν σαν να σε διαπερνούσε ρεύμα που σε φώτιζε, σε ενίσχυε και δεν χρειαζόταν να πεις τίποτε περισσότερο. Μυστήρια πράγματα… Αυτός λοιπόν ο ιδιότυπος άνθρωπος περπατούσε στην πόλη και στους δρόμους του Συνοικισμού κι όταν περνούσε από τα καφενεία, αυθόρμητα οι άνθρωποι διέκοπταν τις συζητήσεις τους, σηκώνονταν όρθιοι και κάποιοι ενστικτωδώς έκρυβαν το τσιγάρο που κρατούσαν στο χέρι τους. Περίεργα πράγματα αλλά συνέβαιναν!
Μια ηλικιακή ομάδα που είχε ιδιαίτερο χώρο στον ωκεανό της καρδιάς του ήταν οι νέοι. Συνεχώς το αστείρευτο μυαλό του γεννούσε ιδέες και προτάσεις προκειμένου η νεολαία να έχει ενδιαφέροντα. Υπεραμυνόταν της αξίας των κέντρων νεότητας, συνιστούσε δημιουργία ποδοσφαιρικών και θεατρικών ομάδων, πρωτοστατούσε στην οργάνωση εκδρομών και προγραμμάτων δημιουργικής απασχόλησης τα καλοκαίρια στην εξοχή. Το ενδιαφέρον του δεν σταματούσε, δεν περιοριζόταν σε αυτά που είχε κάνει. Ένιωθε πάντα ότι δεν έχει κάνει τίποτα και αναζητούσε κι άλλους τρόπους για να γλιτώσει τα παιδιά από τα δίχτυα των ναρκωτικών και γενικότερα της παραβατικής συμπεριφοράς.
Άριστος μαθητής ο ίδιος και άριστος φοιτητής, υπεραγαπούσε τη γνώση και προέτρεπε τους μαθητές να αγαπούν το σχολείο, και τους φοιτητές το πανεπιστήμιο. Χαιρόταν ωσάν να ήταν βιολογικός πατέρας και μητέρα όταν μάθαινε την είσοδο των παιδιών στα πανεπιστήμια. Κάλυπτε οικονομικά τις ανάγκες πολλών από αυτούς και τους στήριζε μέχρι τέλους προκειμένου να ολοκληρώσουν τις σπουδές τους και ει δυνατόν να συνεχίσουν και παραπέρα. Παιδιά που ήθελαν να συνεχίσουν τις σπουδές τους στο εξωτερικό τα υποστήριξε ποικιλότροπα.
Έχει αξία να αναφερθεί η αντίδρασή του μπροστά σε νέους με πολύ ιδιαίτερη συμπεριφορά και εμφάνιση. Τους αγκάλιαζε με το βλέμμα του, έβλεπε κάτι στην ψυχή τους που δεν μπορούσαν να δουν οι άλλοι. Γι’ αυτό και επικοινωνούσε μαζί τους με μεγάλη ευκολία. Κι έτσι τον αγάπησαν κι αυτοί και σιγά-σιγά ανακάλυψαν νέους δρόμους στη ζωή τους.
Πολλά θα μπορούσαμε να πούμε. Απλά υπενθυμίζουμε μόνο λίγα, σήμερα που ολοκληρώθηκαν τέσσερα χρόνια από την μετάβασή του στους ουρανούς. Στον Κύριο που τόσο αγάπησε, στην Παναγιά που τόσο ευλαβείτο. Στον συνονόματό του Άγιο Νεκτάριο που τον έκανε γνωστό και στην Κόρινθο τελώντας κάθε εβδομάδα την παράκλησή του. Και σ’ όλους τους αγίους που θερμά επικαλείτο να δώσουν λύση σε όλα τα προβλήματα του κόσμου. Γέροντα, σε ευχαριστούμε για ότι μας πρόσφερες. Σήμερα προσευχηθήκαμε εμείς για σένα. Αιωνία σου η μνήμη.
Μάριος Γεωργιάδης
Εκπαιδευτικός