Παρακολουθείστε τις κοινές δηλώσεις του Πρωθυπουργού Κυριάκου Μητσοτάκη
με τον Ρουμάνο ομόλογό του Nicolae-Ionel Ciucă, από το Μέγαρο Victoria στο Βουκουρέστι
Δήλωση του Πρωθυπουργού Κυριάκου Μητσοτάκη μετά τη συνάντησή του με τον Ρουμάνο ομόλογό του, Nicolae-Ionel Ciucă, στο Βουκουρέστι
Κύριε Πρωθυπουργέ, αγαπητέ Nicolae, είναι μεγάλη χαρά μου που βρίσκομαι, σήμερα, στη Ρουμανία. Μια φίλη χώρα με την οποία είμαστε γείτονες, είμαστε εταίροι, είμαστε σύμμαχοι με σχέσεις που -όπως συζητήσαμε- χάνονται στο βάθος των αιώνων και με ορόσημο, βέβαια τις πρώτες σπίθες του αγώνα της Ελληνικής Ανεξαρτησίας που άναψαν εδώ, στη Ρουμανία. Όπως και τη δράση των εθνικών μας ευεργετών, που μεγαλούργησαν στη Ρουμανία αφήνοντάς μας πίσω μία βαριά παρακαταθήκη.
Όπως αντιληφθήκατε, είχαμε την ευκαιρία να συζητήσουμε για πολλά θέματα τα οποία αφορούν τις διμερείς μας σχέσεις. Όμως σημαντικό χρόνο αφιερώσαμε στα θέματα διεθνούς ασφάλειας, καθώς η επίσκεψή μου γίνεται, δυστυχώς, στη σκιά της προχθεσινής απόφασης της Ρωσικής Ομοσπονδίας να αναγνωρίσει μονομερή ανακήρυξη ανεξαρτησίας από τις αυτοπροσδιοριζόμενες δημοκρατίες του Ντονέτσκ και του Λουχάνσκ. Αλλά δυστυχώς και την απόφαση να στείλει στρατεύματα σε ουκρανικό έδαφος.
Είναι κινήσεις που παραβιάζουν κατάφωρα το Διεθνές Δίκαιο, την εδαφική ακεραιότητα της Ουκρανίας και τις συμφωνίες του Μινσκ. Είναι εκφράσεις αναθεωρητισμού που θέτουν σε κίνδυνο την παγκόσμια ασφάλεια και σταθερότητα.
Και θα ήθελα από το βήμα αυτό να επαναλάβω ότι θεμελιώδης αρχή της εξωτερικής πολιτικής της Ελλάδος είναι ο σεβασμός της εδαφικής ακεραιότητας, της κυριαρχίας και της ανεξαρτησίας όλων των κρατών. Καταδικάζουμε συνεπώς -και σε αυτό βρεθήκαμε σε απόλυτη σύμπνοια με τον φίλο Πρωθυπουργό της Ρουμανίας- απερίφραστα, πρωτοβουλίες που αντιβαίνουν σε αυτές τις αξίες. Kαι ως κράτη-μέλη της Ευρωπαϊκής Ένωσης αλλά και του ΝΑΤΟ συντονιζόμαστε με τους εταίρους μας έτσι ώστε η αντίδρασή μας να μην είναι μόνο κοινή αλλά να είναι και ουσιαστική.
Η Ελλάδα έχει έναν επιπλέον λόγο να παρακολουθεί με πολύ μεγάλη ανησυχία όσα εξελίσσονται στην ανατολική Ουκρανία γιατί, όπως γνωρίζετε, στην περιοχή αυτή ζει ελληνική κοινότητα, της οποίας η ιστορία ξεπερνά τους 20 αιώνες. Βασικό μας μέλημα, λοιπόν, είναι η στήριξη των ομογενών μας στην Ουκρανία και γι’ αυτό το Υπουργείο Εξωτερικών βρίσκεται σε διαρκή επιφυλακή προς αυτή την κατεύθυνση.
Τα τελευταία γεγονότα θέτουν, ασφαλώς, ζητήματα διεθνούς ασφάλειας και αμφισβήτησης συνόρων και συνθηκών στα οποία η παγκόσμια κοινότητα και πρώτα και πάνω από όλα η ευρωπαϊκή μας οικογένεια καλείται να απαντήσει. Εξάλλου εμείς στην Ευρώπη ξέρουμε καλά ότι ποτέ και κανέναν δεν ευνόησε η βία και η αστάθεια.
Ταυτόχρονα εγείρονται και πρόσθετες προκλήσεις τις οποίες είχαμε την ευκαιρία να συζητήσουμε, όπως η ενεργειακή επάρκεια. Στην πατρίδα μας έχουμε λάβει όλα τα απαραίτητα μέτρα ώστε η τροφοδοσία της χώρας σε φυσικό αέριο να παραμείνει ασφαλής και να συνεχίζεται απρόσκοπτα.
Όμως πιστεύω ότι πρέπει να συνάγουμε τρία πρώτα συμπεράσματα από αυτή την κρίση. Το πρώτο είναι ότι η μετάβαση προς την πράσινη οικονομία δεν πρέπει να επιβραδυνθεί, αλλά πρέπει να επιταχυνθεί με έναν τέτοιο τρόπο, όμως, που δεν θα πλήξει τα ασθενέστερα νοικοκυριά και τις ευρωπαϊκές επιχειρήσεις.
Η φθηνότερη πηγή ενέργειας σήμερα είναι η πράσινη ενέργεια. Και χρέος μας είναι να διευρύνουμε όχι μόνο τις πηγές ενέργειας ως προς την παραγωγή, αλλά και την τροφοδοσία μας βραχυπρόθεσμα, μεσοπρόθεσμα σε φυσικό αέριο, μειώνοντας την εξάρτησή μας από τη Ρωσία. Και εδώ ανοίγονται και σημαντικά περιθώρια συνεργασίας με μια χώρα όπως η Ρουμανία, η οποία η ίδια παράγει φυσικό αέριο και έχει δυνατότητα να παράγει ακόμη περισσότερο στο μέλλον.
Το δεύτερο συμπέρασμα είναι ότι βραχυπρόθεσμα είναι πάρα πολύ σημαντικό σε ευρωπαϊκό επίπεδο να υπάρχουν έκτακτα μέτρα στήριξης των ευρωπαίων καταναλωτών και των ευρωπαϊκών επιχειρήσεων, καθώς όλες οι χώρες σήμερα με τον έναν ή τον άλλον τρόπο επιδοτούν τους καταναλωτές για να αντιμετωπίσουμε τις μεγάλες αυξήσεις στις τιμές της ενέργειας.
Χρειάζεται μια ευρωπαϊκή απάντηση σε ένα πρόβλημα το οποίο αντιμετωπίζουν όλες οι χώρες, τα κράτη-μέλη. Η κάθε μια έχει τον δικό της τρόπο να το αντιμετωπίσει αλλά για όλες τις χώρες είναι ένα πρόβλημα το οποίο είναι δημοσιονομικά εξαιρετικά επώδυνο και έχω πρόθεση να θέσω το ζήτημα αυτό στο επόμενο Ευρωπαϊκό Συμβούλιο.
Και το τρίτο συμπέρασμα, βέβαια, είναι ότι όλη αυτή η συζήτηση -η οποία γίνεται, ήδη σε επίπεδο Ευρωπαϊκής Ένωσης και θα μας απασχολήσει και στις επόμενες ευρωπαϊκές Συνόδους- για τα ζητήματα της στρατηγικής αυτονομίας της Ευρώπης, αυτή η συζήτηση γίνεται, δυστυχώς, ολοένα και πιο επίκαιρη.
Έρχομαι τώρα στα διμερή ζητήματα τα οποία είχαμε την ευκαιρία να συζητήσουμε αναλυτικά με τον φίλο Πρωθυπουργό. Θα ήθελα να επαναλάβω ότι η Αθήνα στηρίζει ένθερμα το αίτημα του Βουκουρεστίου να εισέλθει η Ρουμανία στο σύστημα Σένγκεν. Είναι κάτι το οποίο πρέπει να γίνει και τα οφέλη από αυτή την απόφαση θα είναι πολύ σημαντικά για τη ρουμανική κοινωνία και τη ρουμανική οικονομία.
Είχαμε την ευκαιρία να συζητήσουμε τις εξελίξεις στα Δυτικά Βαλκάνια. Συμφωνούμε απόλυτα ότι η θέση των Δυτικών Βαλκανίων, όλων των κρατών των Δυτικών Βαλκανίων, είναι στην Ευρώπη και μπορούμε να δουλέψουμε σε συνεργασία για να διευκολύνουμε αυτή την πορεία.
Συμφωνήσαμε να εργαστούμε από κοινού ώστε να συγκληθεί το ταχύτερο, η πρώτη Διακυβερνητική Διάσκεψη για την Αλβανία και τη Βόρεια Μακεδονία.
Και βέβαια είχα την ευκαιρία να ευχαριστήσω τον Ρουμάνο Πρωθυπουργό για τη σταθερή στήριξη την οποία παρέχει η Ρουμανία στην Ελλάδα ως προς τα εθνικά μας ζητήματα. Είχα την ευκαιρία να ενημερώσω για τις συνεχόμενες τουρκικές παραβιάσεις στο Αιγαίο, στην Ανατολική Μεσόγειο. Και να επαναλάβω την καθαρή θέση της Αθήνας ότι πάντα κρατά κλειστή την πόρτα των απειλών αλλά πάντα ανοιχτό το παράθυρο του διαλόγου.
Όπως είπε και ο Ρουμάνος Πρωθυπουργός, το εργαλείο για να λύνουμε τις διαφορές μας είναι το Διεθνές Δίκαιο. Δεν είναι ο ιστορικός αναθεωρητισμός, δεν είναι η προβολή ισχύος. Δεν είναι αυτός ο τρόπος προκειμένου να μπορέσουμε να εγγυηθούμε τη σταθερότητα και την ευημερία στην περιοχή μας.
Είχαμε την ευκαιρία να συζητήσουμε και ζητήματα που άπτονται της οικονομικής μας συνεργασίας. Έχουμε γύρω στα 2,2 δισεκατομμύρια διμερές εμπόριο με τη Ρουμανία αλλά μπορούμε να δουλέψουμε για να το αυξήσουμε κι άλλο. Έχουμε σημαντικές ελληνικές εταιρείες οι οποίες δραστηριοποιούνται στην Ρουμανία και οι οποίες θέλουν να επενδύσουν ακόμα περισσότερο στη χώρα σας.
Και έχουμε, βέβαια, και σημαντικές ροές επισκεπτών, πρωτίστως από τη Ρουμανία στην Ελλάδα, τις οποίες θέλουμε να αυξήσουμε. Θέλουμε περισσότερους Ρουμάνους επισκέπτες στην πατρίδα μας. Θέλουμε να ξαναφτάσουμε και να ξεπεράσουμε το νούμερο του 1 εκατομμυρίου επισκεπτών που είχαμε το 2019.
Και η Ελλάδα πια είναι μία χώρα η οποία είναι ανοιχτή σε επισκέπτες όχι μόνο τους καλοκαιρινούς μήνες αλλά ολόκληρο τον χρόνο. Και οι αρμόδιοι Υπουργοί μας έχουν πιστεύω ένα σχέδιο για το πώς μπορούμε να ενισχύσουμε τη συνεργασία μας στον τουριστικό τομέα.
Τέλος, αλλά ιδιαίτερα σημαντικό, θέλω να εκφράσω την ικανοποίησή μου για το γεγονός ότι υπογράψαμε ένα μνημόνιο συνεργασίας για τα θέματα της Πολιτικής Προστασίας. Δεν ξεχνώ, κ. Πρωθυπουργέ, ότι η Ρουμανία ήταν από τις πρώτες χώρες που ανταποκρίθηκε στο αίτημά μας πέρσι το καλοκαίρι, έστειλε πυροσβέστες οι οποίοι μπήκαν και αντιμετώπισαν εξαιρετικά δύσκολες πυρκαγιές με αυτοθυσία αλλά και με επαγγελματισμό.
Και πρέπει να σας πω ότι ακόμα έχουμε στη μνήμη μας τις αναμνήσεις από την παρουσία των Ρουμάνων πυροσβεστών στην πατρίδα μας και αυτό ήταν το έναυσμα για να μπορέσουμε να βελτιώσουμε το επίπεδο της πολιτικής συνεργασίας μας στα θέματα πολιτικής προστασίας. Να έχουμε μεγαλύτερη παρουσία Ρουμάνων πυροσβεστών σε μία πιο τακτική βάση στην πατρίδα μας. Αλλά να συνεργαστούμε και στα πλαίσια της συζήτησης που γίνεται σε ευρωπαϊκό επίπεδο για το πώς η Ευρώπη μπορεί να ενισχύσει τον μηχανισμό rescEU ώστε να έχουμε πιο αποτελεσματική συνεργασία αλλά και επιμερισμό των εναέριων μέσων αλλά και των υπόλοιπων μέσων δασοπυρόσβεσης, σε Ευρωπαϊκό επίπεδο.
Θέλω να ξέρετε ότι η Ελληνική κοινωνία, οι Έλληνες, εκτίμησαν ιδιαίτερα αυτό το οποίο κάνατε, κ. Πρωθυπουργέ, πέρσι το καλοκαίρι.
Σας ευχαριστώ και πάλι για τη θερμή φιλοξενία, για την παραγωγική συζήτηση που είχαμε και αναμένω να τη συνεχίσουμε και στη διάρκεια του επίσημου δείπνου σε λίγες ώρες.