Έφυγε από τη ζωή, σε ηλικία 69 ετών, ο πρώην εισαγγελέας Ιωάννης Διώτης,
ο οποίος έγινε ευρύτερα γνωστός από τη συμβολή του
στην εξάρθρωση της τρομοκρατικής οργάνωσης «17 Νοέμβρη».
Ο εκλιπών άφησε την τελευταία του πνοή από καρδιακό επεισόδιο
που υπέστη στο εξοχικό του, στην Κύθνο.
Εκτός από την υπόθεση της «17 Νοέμβρη», ως δικαστικός λειτουργός ασχολήθηκε – μεταξύ άλλων –
με την υπόθεση του Επαναστατικού Λαϊκού Αγώνα, αλλά και με το διεθνές κύκλωμα αρχαιοκαπηλίας.
Διετέλεσε ειδικός γραμματέας του Σώματος Δίωξης Οικονομικού Εγκλήματος,
καθώς και αντιεισαγγελέας Εφετών Αθηνών, θέση στην οποία παρέμεινε μέχρι και το 2010,
οπότε και αποχώρησε από το δικαστικό σώμα.
Στην απώλεια του Ιωάννη Διώτη αναφέρθηκε στα Social Media και
o Υπουργός Προστασίας του Πολίτη k. Μιχάλης Χρυσοχοίδης.
Ο Ιωάννης Διώτης (Αγρίνιο, 1955 – Κύθνος, 13 Σεπτεμβρίου 2024)
ήταν Έλληνας εισαγγελικός λειτουργός[1] που την περίοδο 1994 – 2003 διετέλεσε
πρόεδρος του Συμβουλίου Συντονισμού Ανάλυσης και Ερευνών του Υπουργείου Δημοσίας Τάξεως
(Τρομοκρατία και οργανωμένο έγκλημα) συνδέοντας[2] το όνομά του με την εξάρθρωση της 17 Νοέμβρη.
Την περίοδο 2011 – 2012 διετέλεσε Ειδικός Γραμματέας του Σώματος Δίωξης Οικονομικού Εγκλήματος (ΣΔΟΕ).
Γεννήθηκε στο Αγρίνιο και ήταν γιος του Παναγιώτη και της Αμαλίας Διώτη.
Σπούδασε νομικά στη Νομική Σχολή του Πανεπιστημίου Αθηνών.
Μετά την αποφοίτησή του, το 1980, ιδιώτευσε ως δικηγόρος και το 1985 εισήλθε στο δικαστικό σώμα.
Υπηρέτησε ως Εισαγγελικός Πάρεδρος Αθηνών, ως Αντιεισαγγελέας Πρωτοδικών
στην Αμαλιάδα και την Αθήνα,
ως Εισαγγελέας Πρωτοδικών Αθηνών καθώς και ως Αντιεισαγγελέας Εφετών Αθηνών,
θέση στην οποία παρέμεινε μέχρι και το 2010, οπότε και αποχώρησε[2] από το δικαστικό σώμα.
Κατά τη διάρκεια της σταδιοδρομίας του διετέλεσε πρόεδρος[1]
του Συμβουλίου Συντονισμού Ανάλυσης και Ερευνών του Υπουργείου Δημοσίας Τάξεως
(επόπτης εισαγγελέας των ερευνών της αντιτρομοκρατικής υπηρεσίας, 1994 – 2003),
εθνικός ανταποκριτής[2] (2000 – 2004) στην Ευρωπαϊκή Μονάδα Δικαστικής Συνεργασίας (Euro just)
για την τρομοκρατία, εισαγγελέας επόπτης[1] των ερευνών της αντιτρομοκρατικής υπηρεσίας (1994 – 2004)
καθώς και μέλος[2] του Συμβουλίου Ασφαλείας Ολυμπιακών Αγώνων Αθήνας (2003 – 2004).
Μετά την παραίτησή[3] του από το δικαστικό σώμα διορίστηκε ειδικός σύμβουλος[2]
στο υπουργείο Περιφερειακής Ανάπτυξης και Ανταγωνιστικότητας (2010 – 2011)
ενώ παράλληλα διετέλεσε αντιπρόεδρος[2] της Εταιρείας Προστασίας Ανηλίκων Αθηνών.
Στις 2 Μαΐου 2011 διορίστηκε[2] ειδικός γραμματέας του Σώματος Δίωξης Οικονομικού Εγκλήματος (ΣΔΟΕ),
θέση στην οποία παρέμεινε μέχρι τον Αύγουστου του 2012, όταν και αντικαταστάθηκε.
Ήταν παντρεμένος και είχε αποκτήσει δύο παιδιά.
Απεβίωσε, από ανακοπή καρδιάς, στην εξοχική του κατοικία στην Κύθνο,|
στις 13 Σεπτεμβρίου 2024, σε ηλικία 69 ετών. Κηδεύτηκε εκεί την επόμενη ημέρα.[4]
Τρομοκρατία
Το 1994 επελέγη ως εισαγγελέας επόπτης[1] των ερευνών της αντιτρομοκρατικής υπηρεσίας, θέση στην οποία παρέμεινε μέχρι το 2004, οπότε και αντικαταστάθηκε από τον εισαγγελέα Δημήτριο Ασπρογέρακα. Αν και ο υπουργός δημόσιας τάξης, Γεώργιος Βουλγαράκης, είχε ταχθεί υπέρ της ανανέωσης της θητείας του, η θητεία του δεν ανανεώθηκε.
Ως επόπτης εισαγγελέας για την τρομοκρατία πραγματοποίησε[5] αρκετά ταξίδια στην Αγγλία, τη Γαλλία και τη Γερμανία για την ανάγκη των ερευνών του ενώ έχει λάβει καταθέσεις[5] από τον Κάρλος και τον υπαρχηγό του, Γιοχάνες Βάινριχ. Σημαντικός θεωρείται[5] ο ρόλος του κατά τη διάρκεια των ανακρίσεων των συλληφθέντων με την κατηγορία της συμμετοχής στην 17 Νοέμβρη και στον ΕΛΑ. Ειδικότερα έχει επισημανθεί ο πρωταγωνιστικός του ρόλος κατά την ανάκριση του Σάββα Ξηρού.
Άλλες δικαστικές υποθέσεις
Ως εισαγγελέας χειρίστηκε αρκετές υποθέσεις που έλαβαν την προσοχή της κοινής γνώμης. Συγκεκριμένα υπήρξε εισαγγελέας στην υπόθεση της αρχαιοκαπηλίας[6] στη Σχοινούσα καθώς και στην υπόθεση σχετικά με τη διερεύνηση[7] των συνθηκών θανάτου του Κώστα Τσαλικίδη, που αιτιωδώς σχετιζόταν με την υπόθεση των υποκλοπών. Η δεύτερη υπόθεση κατέληξε στο αρχείο καθώς το πόρισμα Διώτη κατέληγε ότι η αυτοκτονία υπήρξε η αιτία θανάτου.
Λίστα Λαγκάρντ
Η υπόθεση της λίστας Λαγκάρντ ήρθε στο φως της δημοσιότητας τον Σεπτέμβριο του 2012, όταν αποκαλύφθηκε ότι ο τότε υπουργός οικονομικών, Ευάγγελος Βενιζέλος, είχε στην κατοχή του τη λίστα. Για την ανάγκη της έρευνας σχετικά με την πορεία που ακολούθησε η λίστα για να φτάσει στα χέρια του Ευάγγελου Βενιζέλου κλήθηκε[8], τον Οκτώβριο του ίδιου έτους, από την επιτροπή Θεσμών και Διαφάνειας της Βουλής να καταθέσει δηλώνοντας πως το είχε παραλάβει ατύπως[8], καθώς αποτελούσε, κατά τον ίδιο, παράνομο υλικό ως προϊόν υποκλοπής, από τον υπουργό οικονομικών, Γιώργο Παπακωνσταντίνου όταν αποχώρησε και ότι την είχε παραδώσει[8], σε στικάκι usb, στον διάδοχο του Παπακωνσταντίνου, Ευάγγελο Βενιζέλο. Λίγες ημέρες αργότερα κλήθηκε[9] από τους οικονομικούς εισαγγελείς να καταθέσει με την ιδιότητα του υπόπτου[9] σχετικά με τη μη αξιοποίηση της λίστας Λαγκάρντ. Στο υπόμνημα που κατέθεσε ισχυρίστηκε[10] ότι έλαβε άτυπα τη λίστα, με στικάκι usb, από τον Παπακωνσταντίνου και ότι την παρέδωσε με τον ίδιο τρόπο στον Βενιζέλο κατηγορώντας[10] τον ότι δεν του έδωσε ποτέ εντολή να χρησιμοποιήσει τη λίστα.
Μετά τη δημοσίευση της λίστας από το περιοδικό του Κώστα Βαξεβάνη το ΠΑΣΟΚ[11] φωτογράφισε τον Διώτη ως αυτόν που διέρρευσε τη λίστα στον δημοσιογράφο, ισχυρισμό που με ανακοίνωσή[12] του αρνήθηκε. Στις 15 Ιανουαρίου κατέθεσε υπόμνημα[13] στους οικονομικούς εισαγγελείς, οι οποίοι τον είχαν καλέσει για συμπληρωματική κατάθεση με την ιδιότητα του υπόπτου για νόθευση και υπεξαγωγή εγγράφου καθώς και για παράβαση καθήκοντος. Στο υπόμνημά του αναφέρθηκε για πρώτη φορά στο ότι είχε δημιουργήσει αντίγραφο της λίστας, το οποίο είχε αποθηκεύσει σε έτερο στικάκι usb, για το οποίο ζήτησε από συνεργάτιδά του να το καταστρέψει. Στις 26 Μαρτίου κατέθεσε στην προανακριτική επιτροπή της λίστας Λαγκάρντ την ηλεκτρονική αλληλογραφία που είχε με τον Γιώργο Παπακωνσταντίνου. Μια ημέρα αργότερα παρουσιάστηκε στην ίδια επιτροπή για να καταθέσει. Κατά τη διάρκεια της κατάθεσης ο Διώτης διαφοροποιήθηκε[14] με παλαιότερη κατάθεσή του σχετικά με τις ημερομηνίες παράδοσης του usb στον Ευάγγελο Βενιζέλο καθώς υποστήριξε[14] ότι αυτό έγινε στις 8 Ιουλίου και όχι στις αρχές Αυγούστου. Η κατάθεσή του στην επιτροπή συνεχίστηκε για τρεις ημέρες. Την 1η Απριλίου εξετάστηκε κατ’αντιπαράσταση[15] με τον πρέσβη και διοικητή της ΕΥΠ, Κωνσταντίνο Μπίκα, από την ίδια επιτροπή της Βουλής. Στις 14 Μαΐου παρουσιάστηκε πάλι στην επιτροπή της βουλής καταθέτοντας[16] ότι είχε δημιουργήσει και τρίτο στικάκι usb με τη λίστα, το οποίο το χρησιμοποιούσε ως στικάκι εργασίας.
Στις 15 Ιουλίου οι οικονομικοί εισαγγελείς έδωσαν παραγγελία[17] για την άσκηση ποινικής δίωξης κατά του Διώτη για απιστία στην υπηρεσία και υπεξαγωγή, και το Νοέμβριο ο εισαγγελεας εφετών που ανελαβε την υπόθεση πρότεινε την παραπομπή του [18].
Στις 26 Νοεμβρίου 2019, ο Διώτης κρίθηκε ομόφωνα αθώος[19]. Ο ίδιος την ίδια μέρα υποστήριξε ότι διέταξε το μεγαλύτερο έλεγχο καταθέσεων που έγινε ποτέ στη χώρα, σε αυτούς περιλαμβανόταν και λίστα Φαλτσιανί.